Σάββατο 31 Δεκεμβρίου 2011

The way black is black

Τον έβλεπα να περπατά.
Περπάταγε και παραμιλούσε.
Πιο όμορφος από κάθε άλλη φορά.
Λες και το Χριστουγεννιάτικο αστέρι
χάρισε το φως του στα ξανθιά μαλλιά εκείνου
κι ύστερα έσβησε.
Λες κι ο πρωινός ουρανός έδωσε τη θέση του στη νύχτα
για να 'χουν τα μάτια εκείνου αρκετό γαλάζιο να λάμπουν.

Μόνος του 31 Δέκεμβρη˙
λυπηρό ακούγεται μα δεν είναι
γιατί εκείνος επιλέγει τη μοναξιά
παρά το χάος που φέρνουν οι βασιλόπιτες, οι γεμιστές γαλοπούλες, τα χοιρινά στο φούρνο, οι μπουγάτσες˙
παρά τη βαρούβα που προκαλούν οι καλοδιάθετοι συγγενείς με τις θερμές ευχές και οι κοντινοί φίλοι με τη λυσσαλέα όρεξη για clubbing πρωτοχρονιάτικο.

Εκείνος διαλέγει μια βόλτα στο λιμάνι.
Διαλέγει μια ανάμνηση
και επιλέγει να περάσει το υπόλοιπο της βραδιάς μαζί της.
Μαζί της εννοώ μαζί με 'κείνη˙
εκείνη την κοπέλα που μοιάζει να 'ναι ολόκληρος ο ουρανός
και η απεραντοσύνη της ξεπερνά του σύμπαντος.
Αφού τα αστέρια του ουρανού θυμίζουν τ' άστρα στο λαιμό της.
Ξέρει πως αν κάνει Πρωτοχρονιά στην αγκαλιά της,
όλος ο χρόνος θα κυλήσει έτσι˙
στην αγκαλιά της.
Η γιαγιά του του το 'μαθε όταν ήταν αγόρι ακόμα.
Αγαπούσε τη γιαγιά του και πιστεύει ακόμα τα λόγια της.

Τόσο όμορφος ήταν που ξέχασα κι εγώ να φύγω.
Ξεχάστηκα σε μια γωνιά να τον παρατηρώ.
Μες τα μαύρα μου ρούχα, το μαύρο παλτό, τα μαύρα παπούτσια.
Τα μαύρα μαλλιά μου, τα μαύρα μου μάτια.
Κρύφτηκα στο σκοτάδι.
Άφησα τον ουρανό να τον αγκαλιάσει
γνωρίζοντας πως
ο ουρανός του είμαι εγώ.

i gave up forever

Παράτησα το πάντα
παράτησα τα πάντα για σένα
έμεινα εδώ σ' ένα εφήμερο παρόν
να σ' αγγίζω όποτε θέλω
να σε νοσταλγώ όταν βρισκόμαστε μακριά
και να μη σε χορταίνω όταν σ' έχω εμπρός μου

Στην χαμηλότερη εσοχή της ντουλάπας μου
έχω κρυμμένα τα γράμματά σου
να μου θυμίζουν τις μέρες που ονειρευόμουν αντί να ζω
και τώρα ακόμα
που γράφω τούτα εδώ
παραστρατώ
μα μου μείνε χουσούρι και λέω να το κρατήσω για ανάμνηση

Παρακαλώ μη ψάξεις ποτέ εκείνη τη στοίβα από χαρτιά που κρύβω
εκεί υπάρχει ένα χαμένο εγώ
που άμα το βρω
ίσως σε χάσω
κι άμα το βρεις εσύ
θα φοβηθείς, θα φοβηθώ

Παρασκευή 23 Δεκεμβρίου 2011

Back To Normal


Γυρίζω πίσω
Ώρα μου ήτανε θαρρώ
Ήρθανε να με πάρουν φίλοι απ’ το σπίτι το φοιτητικό
Και δρόμο πήραμε για πάτρια εδάφη
Όλοι
Εγώ και τέσσερα παιδιά που μεγαλώσαμε μαζί
Και τ’ αγαπώ πιο πολύ από μένα
Γιατί θυμίζουν το καλύτερο εγώ μου
Εκείνο το εγώ που σχεδόν δεν έχω
Γιατί μαζί τους είμαι «εμείς»

Η μια κοιμάται δίπλα μου
Μ’ αυτή μιλάω λογικά
Και κάνω ψώνια
Και λύνω μαθηματικά

Η άλλη πίσω μου παίζει παιχνίδια ηλεκτρονικά
Μ’ εκείνη τραγουδώ τραγούδια ξενικά
Γνωρίζοντας απ’ έξω κάθε στίχο
Και κάνω κοπάνες σε φυσική και γαλλικά

Ο νεαρός στη μέση αποκοιμήθηκε με μάτια ανοιχτά
Όπως πάντα
Εκείνος μου είναι πιο οικείος
Πάμε διακοπές μαζί
Και μοιραζόμαστε την ίδια θέση στον εξώστη
Στο θερινό το σινεμά της γειτονιάς
Πετώντας πέτρες και χαλίκια στο γκρεμό από κάτω
να νιώσουμε τη διαφορά Γης κι ουρανού

Τέλος, ένα κορίτσι που ξέρω απ’ τα 12
Κι είναι δικό μου κάπως
Είναι γλυκό και κλαίει πάντοτε με λόγο
Γελάει δυνατά και χάνεται σε υπνωτικές κραιπάλες
Μα έχει ωραίο όνομα ανάλογα την εποχή

4 μου είναι αρκετοί για απόψε
Κι αν η Σαλόνικα τους έκλεψε
Τα Χριστούγεννα θα μου τους φέρουν πίσω
Κοιμηθείτε γιατί έχουμε ακόμα δρόμο
Μάλλον θάλασσα
Μα είστε δικοί μου και δε θα αφήσω κανένα Ποσειδώνα να σας πάρει μακριά
Γαλήνιο το ταξίδι μας παιδιά μέχρι να δούμε Κρήτη
Μέχρι να δούμε μάνες και σπίτια πατρικά

Τρίτη 20 Δεκεμβρίου 2011

paranoid

Θυμώνω κι εγώ ξέρεις.
Μ' εκνευρίζει το άγνωστο αύριο και το άδειο μου σπίτι όταν λείπεις εσύ˙
όταν λείπεις εσκεμμένα
με οικτρές δικαιολογίες να καλύπτουν τα χέρια σου
κι ένα χαμόγελο να γεμίζει πονηρά
εκείνες τις ρυτίδες που χαράζουν το μέτωπο και τα χείλη μου.
Όμως θυμό γνωρίζουν μόνο οι άσπρες τοίχοι.
Ή είναι μπεζ πανάθεμα τους;
Ας είναι.
Αυτοί μονάχα κι οι καθρέφτες μου
και κανα δυο ξύλινα έπιπλα
ξέρουν πως μέσα μου
βράζει
κοχλάζει
λάβα καυτή
που άμα ξεχυθεί, θ' αρπάξει ο τόπος
κι εσύ.
Γι αυτό κρατιέμαι.

Αύριο ξημερώνει Τρίτη.
Καμπάνα θα χτυπήσει το πρωί
μα απ' τη νύστα δε θα κάνω το σταυρό μου -σύνολο τέσσερις χρωστούμενοι.
Αύριο ίσως να σε δω.
Ίσως και όχι.
Όπως και να 'χει σ' αγαπώ
κι ας σου θυμώνω
γιατί αργείς, μα πάντα έρχεσαι .

Δευτέρα 19 Δεκεμβρίου 2011

άτλας


Μήπως,
μήπως τα πεφταστέρια τελικά δε φτάνουν ποτέ στη γη κι άδικα περιμένω;

Κυριακή 18 Δεκεμβρίου 2011

μπλιαχ

Λείπεις
δυο μέρες
τρεις
Δε ξέρω
Βαρέθηκα να μετρήσω
Κάθε φορά που μετρώ αργεί η αντάμωση

Μα από περιέργεια
ρώτησα τη γειτόνισσα
και μου 'πε τρεισήμισι
Τρεις μέρες και μισή λοιπόν που λείπεις
και μου έλειψες

Έτσι όπως μπήκα γρήγορα στο σπίτι
πρώτα έτρεξα ασυναίσθητα στο μπάνιο
και θυμήθηκα
τις ατελείωτες ώρες που κλειδωνόσουν μέσα
Ντυνόσουν, γδυνόσουν, βαφόσουν, πλενόσουν
πάντα απορία θα μου μείνει τι έκανες εκεί
Μετά είπα να σε θυμηθώ λιγάκι παραπάνω
κι άνοιξα την κατάψυξη
Φύλαγα κάθε μέρα λίγο απ' το φαγητό που μου 'φτιαχνες
για να 'χω όταν φύγεις
Προνόησα
Έβγαλα τη σάλτσα λοιπόν
την κόκκινη
θυμάσαι;
εκείνη για τα μακαρόνια
που φάγαμε την περασμένη Παρασκευή
τότε που ήρθε κι εκείνη η φίλη μου
που ενίοτε με παρασύρει σε κακές συνήθειες
είτε δικές της είτε δικές μου
αλλά πάντα κρυφές
Ελπίζω να μη σου άρεσε παρεπιπτόντως
γιατί ντάξει ήταν ωραία
αρκετά
και την κοίταζες με θαυμασμό
Μα ας μην αρχίσω να ανησυχώ από τώρα

Ύστερα ένα πιάτο μακαρόνια
ελλειπές.
Δεν πεινούσα
Να θυμηθώ τη γεύση σου ήθελα
Δυο τραγούδια πρόλαβα κι ακούσα
κι ήταν έτοιμη
η συνταγή μου της ανάμνησης.

Τώρα που σε θυμήθηκα λοιπόν είπα να σου θυμήσου
πως αν δεν ήμουνα εγώ
ούτε διαστροφή θα γνώριζες
ούτε διαστροφικά εγώ
ούτε Αθήνα

Πέμπτη 15 Δεκεμβρίου 2011

καμπύλες


Τα μάτια μου,
τα χείλη μου˙
το πρόσωπό μου.
Προσωπικό, δικό μου και κανενός άλλου.
Προσωπικές οι εκφράσεις και οι ρυτίδες του μετώπου μου,
προσωπικό το χρώμα που με βοηθά να βλέπω τον κόσμο πράσινο
και προσωπικός ο τρόπος που σμίγουν οι κόκκινες λωρίδες
λίγο πιο πάνω απ' το πηγούνι μου.
Προσωπικός κι ο λόγος γιατί
τα μάγουλά μου γίνονται κόκκινα κάθε τόσο.

Το πρόσωπό μου.
Προσωπικό, δικό μου κι αφήνω μονάχα εσένα να τ' αγγίξεις
τη νύχτα που ύπνος δε λέει να μας πάρει
με τόση ζέστη που κάνει˙
κάτω από δυο σκεπάσματα,
δύο ανήσυχα κορμιά.
Ψηλαφίζεις και ρωτάς τι είναι τούτο και τι είναι τ' άλλο.
Σαν να τα νιώθεις πρώτη φορά.
Κι όταν φτάνεις στο στόμα μου,
γυρνάς και με φιλάς.
Ύστερα λες  Καλύτερα έτσι.
                       Δεν είναι ωραίο μόνο του.
                       Θέλει κάτι να ενωθεί.
                       Και φωνάζει βουβά το δικό μου. "

Δευτέρα 12 Δεκεμβρίου 2011

Κόκκινο Φιλί

Έπιασα ένα κράγιον.
Κόκκινο.
Όχι της φωτιάς.
Όχι έντονο.
Αλλά κόκκινο βαθύ.

Κόκκινο λοιπόν.
Και το κοίταζα.
Το χάζευα.
Για ώρες ίσως.

Το είχα βγάλει
από μια μαύρη τσάντα.
Μικρή.
Μέσα της άλλα δύο.
Μα εγώ ήθελα εκείνο.
Το παλιό.
Το φτηνό.
Το κλεμμένο για την ακρίβεια.

Το 'πιασα που λες
κι άρχισα να γράφω στους καθρέφτες.
Μ' αυτό.
Καθρέφτες ευτυχώς
είχε όλο το σπίτι.
Σου άφησα μηνύματα παντού.
Άμα τύχει να 'ρθεις και δεν είμαι εδώ,
να ξέρεις πως σ' αγαπώ.




Σαν έφηβη κάνω.
Και ξέρεις τι λένε :
THEY SAY THAT TEENAGERS SCARE THE LIVING SHIT OUT OF ME

Παρασκευή 9 Δεκεμβρίου 2011

Αγία Σοφία

Είναι ώρες -όχι στιγμές-
που αναρωτιέμαι
δεν τρομάζεις που ξέρεις εκείνη την πλευρά
εκείνη την πλευρά του εαυτού μου που είναι τόσο εγώ όσο καμία άλλη;

Δε σε αηδίασε ποτέ η φρίκη που κρύβω μέσα μου;

Ούτε σε πείραξε που άλλοτε θέλω πρίγκιπες με άσπρα άλογα
αλλά Παρασκευές και Κυριακές και Δευτέρες
και Πέμπτες άμα λάχει
κλείνω το μάτι σε κοπέλες περίεργες
της παρακμής;

Δε φοβάσαι μην τρέξουνε οι μέρες πιο γρήγορα από μας
και χάσουμε τη ζωή που κυνηγούσαμε;

Πώς γίνεται να μην κλείνεις το τηλέφωνο
την ώρα που φλυαρώ;
Με κάθε "εγώ" μου να στάζει απ' το στόμα τόσο κόκκινο.
Όχι μονάχα λέξη,
μα οντότητα από μόνη της.

Αλήθεια δεν τρομάζεις;
Πώς γίνεται
Πώς;

Νόμιζα πως όταν αρχίσει αίμα να τρέχει απ' τις πληγές σου
παγώνεις και σπας.
Σαν πορσελάνη.
Έτσι όμορφα.
Αξιοπρεπή.

Δευτέρα 5 Δεκεμβρίου 2011

μάλλον σε δυσκολεύουν τα προφανή

όλη νύχτα σε ερωτευόμουν
κάθε λεπτό κι άλλο
κι άλλο
κ ι   ά λ λ ο
ώσπου η νύχτα έγινε πρωί
κι εγώ έμαθα να σ' ερωτεύομαι στο φως της μέρας

Πέμπτη 1 Δεκεμβρίου 2011

9 crimes

Ζητώ συγγνώμη.
Παραφέρθηκα.

Μεγάλωσα φαίνεται
κι ο λόγος μου έγινε απότομος,
η σκέψη τετραγωνισμένη
-ταίρι της ψυχρής λογικής μου.
Έτσι μιλώ στιγμές που πρέπει να σωπαίνω.
Δυσπιστώ και αμφιβάλλω
για εκείνους που ήταν πάντα εκεί
και λείπουν μονάχα σωματικά
και μόνο όταν όντως τους είναι αδύνατο
να σου κρατήσουν το χέρι
ή να περπατήσουν δίπλα σου.
Αναθεματίζω όμορφες λέξεις
που ένωναν δυο υπάρξεις σε μία
και ειρωνεύομαι τον πιο γλυκό ουρανό μου
τραβώντας τη ματιά απ' το πολύχρωμο τόξο του
και αρνούμενη τη μοναδική του απεραντοσύνη.

Άσχημο που είναι να μεγαλώνεις και να ξεχνάς.
Άσχημη που έγινα.

συγγνώμη...

Κυριακή 27 Νοεμβρίου 2011

People always disappoint you.
so
FUCK THEM.

Ανάθεμα εκείνους
τους λίγους
που σε ορίζουν.
Πανάθεμα σε αυτούς
που κάτω σε βάζουν
να γίνεις ένα με το χώμα και να πονάς.
Αφού δε θα 'ναι εκεί πάντα,
γιατί να έρχονται καθόλου;
Κι αν είναι να έρχονται,
γιατί να φεύγουν;
Εμένα καλά μου φαίνεται κι εδώ.
Άλλους έχουν στο μυαλό.
Δεκτό.
Μα αναρωτιέμαι
γιατί
γιατί να ξεσηκώνουν εμένα κι εσένα
για μια ώρα, μια μέρα, μια χρονιά;
Νόμιζα πως στο κούτελο είχα γραμμένο το μόνιμο
κι έτσι απωθούνταν οι περαστικοί.
Μάλλον θα το 'σβησε η βροχή.
Άλλη εξήγηση δε βλέπω.
Μόλις βρω μαρκαδόρο
θα το γράψω ξανά.
Ετούτη τη φορά ανεξίτηλα.
Με μαύρα γράμματα.
ΦΥΓΕ

Τρίτη 15 Νοεμβρίου 2011

I felt my caress on your skin

Να δεις που ετούτο το τραγούδι δεν έχει τελειωμό.
Γιατί σ' αγαπώ και σ' αγαπώ.
Θα παίζει ατέρμονα
για να υμνώ τα πάλαι ποτέ όνειρα
που τώρα γίνανε έκπτωτες ουτοπίες.
Στίχους θα σκέφτομαι
αντί για εσένα
μα και συμπληρωματικά σου.
Το πιο όμορφο τραγούδι στ' αυτιά μου
με τον ίδιο τρόπο που κάποτε
υπήρχαν τα μάτια σου μέσα στα δικά μου
πριν έρθει το απόμακρο τώρα
και όχι να σε νιώσω
μα μήτε να σε δω μπορώ.
Μας πρόδωσαν
προτού προλάβουμε να προδωθούμε.
Κατέντησα να θέλω να σε δω
και να 'χω τα βλέφαρα μου σφραγισμένα.
Κλειστά.
Μήπως σ' ονειρευτώ και φτιάξει η παγωμένη μέρα μου.

Τετάρτη 9 Νοεμβρίου 2011

0.facebook.com

όπως είναι τα οστά, όπως είναι ο ιστός, όπως είναι ο αέρας

Οσία η μάνα σου
για να γεννήσει ένα παιδί στα σκοτεινά
Ιούνη μήνα,
για να πονέσει και να χάσει τη ψυχή της
για μια κόρη
που ύστερα μίσησε σφοδρά.
Μίσησε, ζήλεψε και φθόνησε αρρωστημένα
μέχρι να σβήσει εντελώς.
Έβλεπε πάνω σου μία κλεμμένη ομορφιά,
νιάτα που βούτηξες αυθαίρετα απ' την μήτρα
κι έσυρες έξω με τον τοκετό,
αφήνοντας το σώμα της σχεδόν νεκρό.
Κατειλημμένο από γηρατειά που 'φτάσαν πρόωρα
και πότισαν το δέρμα της με ρυτίδες κα ζάρες,
έκαναν το μυαλό της αδρανές κι ανίκανο,
της χάρισαν νέα οστά που σφάδαζαν στους πόνους
και μάτια που αδειάσαν από χρώμα.
Τώρα δε βλέπουν παρά μαύρο
αλλά κι εσένα πού και πού.
Δε νιώθει τίποτα
αλλά γνωρίζει να σε νιώθει απειλή.
Τώρα πια περπατάει με τα χέρια
κι έπαψε να ακούει οτιδήποτε.
Μα άθελά της τραγουδά
ένα νανούρισμα που ξέμεινε στα χείλη της μια νύχτα,
μια νύχτα που πρώτα δόντια σ' έκαναν να κλαις.
Το ψιθυρίζει να πονά όταν λείπεις
και δεν έχει παγωνιά να νιώσει απ' αλλού
πέρα από την ηχώ των άσπρων τοίχων.
Οσία η μάνα σου
που σ' αγαπά ακόμη κι αν τη σκότωσες.
Φύσει αντιδραστική και ασυμβίβαστη.
Δίχως λόγο.
Αξιαγάπητη.
Δίχως λόγο.

Κυριακή 6 Νοεμβρίου 2011

I kissed a drunk girl

Πίσω απ' τον καπνό κοιτούσε
με πρόσωπο αγοριού
και ύφος θηλυπρεπώς σεμνό.
Ευθεία μπροστά
μια συνουσία
παθιασμένη, εφηβική.
Από 'κεινες που γεννά το αλκοόλ
και το ξέφρενο πανκ στα πικ απ
κι ύστερα ξεχύνεται στους διαδρόμους
και τα κλειδωμένα δωμάτια.
Αυτή ωραία΄
αντικειμενικά ωραία.
Αυτός ένας τυχαίος
μα κατάλληλος για ένα πάρτυ
και μια μεθυσμένη κοπέλα.
Κι εκείνος πίσω
ξεχασμένος.
Να διαβάζει τα γράμματα
μιας πάλαι ποτέ αγάπης΄
απ' τη μεριά της.
Γιατί όσον αφορά εκείνον,
πάντα θα την αγαπούσε.
Ακόμη κι αν χρειαζόταν
να την αγαπά κρυφά και σιωπηλά,
σαν τυχοδιώκτης.

Κυριακή 30 Οκτωβρίου 2011

Golden Tears

Εύκολο δεν είναι να μη σηκώνεις το κεφάλι για να δεις ουρανό;
Εύκολο να 'μαστε μαζί,
μα εύκολο και χώρια.

Εμείς είμαστε πάντοτε και μαζί και χώρια
σε ποσοστά.
Συμπληρωματικές καταστάσεις
που έρχονται και δημιουργούν το εκατό τοις εκατό.

Τώρα που είμαι στο νησί
κι εσύ με μπάντα και μπαγκέτες στη σκηνή
υπερισχύει το χώρια.
Μα όταν επιστρέψω λες ν' αλλάξει τίποτε;
Μόνο σε σημεία ξέρουμε να υπάρχουμε μαζί
κάτι παγκάκια, κάτι πεζούλια, κάτι κρεβάτια με τάβλι.

Κι έτσι μισώ που χάνω μια Κυριακή
και βλασφημώ για τις ντροπές μου
που με κρατούν πάντα πίσω.
Πίσω σου.

Όνειρο είσαι
κι αέρας ψυχρός που ήρθε άξαφνα,
με έκανε να παγώσω
κι ύστερα μόνιμα να χαμογελώ σε κάθε βαρδάρη,
σε μία σκέψη παιχνιδιάρα.
Με ένα συναίσθημα κάθε άλλο παρά γνώριμο
μου χάραξε τον καρπό
για να μη λησμονώ ποτέ το κρύο και την παγωνιά.

Αφού λοιπόν μου έμαθες την πρωτεύουσα,
εγώ θα σου μάθω κάτι ασήμαντο και απλό.
Πώς περπατάς με τα χέρια
στον ουρανό
χωρίς να πέσεις άγαρμπα
στη γη.

Να θυμάσαι
δεν είμαστε έκπτωτοι,
μονάχα η ελίτ μια ξεχασμένης εποχής
δόξας και διαφορετικότητας.


*Don't say a word just come over and lay here with me
cause I'm just about to set fire to everything I see
I miss you so much I'm going back on the things I believe
There I just said it
"I know you forgot about me"

**Μ' αρέσεις όταν κλαις
γιατί τότε πλησιάζεις

Πέμπτη 20 Οκτωβρίου 2011

Κυρία κυρία

Εγώ είδα φως.
Κι ήταν ο ήλιος.
Ένας καινούριος.
Όχι ο δικός μου.
Και τον μίσησα.
Κι ύστερα με μίσησε η μέρα.

Come pick me up Take me out Fuck me up

Μ' αρέσει να πληγώνω,
μα πιο πολύ μ' αρέσει να πληγώνομαι.
Γιατί με αίμα τρέφω τη ψυχή μου
κι έτσι μονάχα παραμένει νέα.
Νέα και ίδια.
Ίδια κι απαράλλαχτη.
Ανίκανη να αγαπήσει χωρίς να απαιτήσει ανταπόδοση
και ύπουλη πολύ για να τραβήξει τα νύχια της πάνω από μια αγάπη.
Μια αγάπη στην οποία έχει γαντζωθεί.
Μια αγάπη που δεν υπήρξε,
και μεταξύ μας
ούτε πρόκειται ευκαιρία να βρει
για να υπάρξει
σε άλλο τόπο
πέρα από 'κείνο που πλάθει με το νου της σε κάθε αρρωστημένο όνειρο.
Να βλέπει φιλιά και αγγίγματα,
και δυο κορμιά κάτω απ' το ίδιο πάπλωμα
να σπαρταρούν στην ηδονή
που δεν πρόλαβε να γεννηθεί
μα έφτασε στην ώρα της για να εκθειάσει τα ανατομικά χαρίσματα του ζεύγους.
Αφού σαν παζλ ταιριάζουν οι αμαρτωλοί
κι έτσι αψεγάδιαστοι που είναι,
ορίζουν νέα αρχή στο πάθος
και δίνουν της όνομα και υπόσταση
πνευματική.
Σοφία και Γιάννης
ή Σοφία και Ζέτα;
Βάλε μου λίγο κι απ' τα δυο.
Απόψε έχω όρεξη να σιχαθώ
τη σάρκα που αγάπησα,
τη σάρκα που πόθησα,
τη σάρκα τη δική μου.
Κι η ψυχή μου;
Τη ξέχασα πάλι στο γραφείο
δίπλα σε εκείνο το βιβλίο
που μου 'μαθε να βρίζω σε ποιήματα
και να αγανακτώ.
Μα ποτέ, ποτέ μου να μη λέω σ' αγαπώ
γιατί ύστερα στην πυρά αρμόζει να καώ
αν,
υποθετικά μιλώντας,
αν
η κατάφαση μου απότομα μετατραπεί
σε άρνηση
κι εγώ ξεχάσω τα λόγια
και τους όρκους
και τις υποσχέσεις.
Ψυχή σου λέω.
Διάβολε.
Συμβόλαιο καταδίκης είναι η ριμάδα
κι αδύνατο να απαλλαγώ.
Ας βγω μια βόλτα,
μα δόξα το Θεό
με τη μούρη που έχω
όλο και κάποιο θύμα θε να βρω
κι απόψε.
Θα τον πληγώσω λίγο μόνο.
Ίσα ίσα για να πληγωθώ κι εγώ.

Σάββατο 8 Οκτωβρίου 2011

Η λίμνη των κύκνων

Κουλτούρα κυλάει στους υπονόμους της πρωτεύουσας
και πνεύμα γεμίζει τα ποτήρια στις παμπ των σκοταδιών.
Εξυπνάδα στο βλέμμα
και τρέμουλο στο χέρι.
Λες κι ήταν χθες μονάχα που καταλάβαμε
πως κάθε βράδυ
είναι η παρακμή που πλαγιάζει δίπλα μας
σε κείνο το κρεβάτι που τρίζει
κι οι σούστες του φεύγουν τόσο αργά κι αθόρυβα με κάθε πήδημα,
όπως τα εναπομείναντα κομμάτια μιας ατροφικής συνειδήσεως.
Η λίγδα κι η βρώμα
κάμερα-μαν και μπούμερ, αντίστοιχα,
να απαθανατίσουν μια στιγμή μέγα πάθους.
Η νιότη έχει σιχαθεί από καιρό τη σαπίλα
κι ανθίζει μονάχη πέρα βόρια
στην αληθινή Ευρώπη.
Εκεί όπου εκτιμάται κι εκτιμά
τους τζέντλεμεν και τις δεσποινίδες.

Στη μπάρα ξέρω ασύστολα να υποδύομαι
μια καλλιεργημένη νεαρά
που φλερτάρει με μέθυσους
μέσα σε μαύρες καμπαρντίνες και ξεθωριασμένα κασκόλ.
Όμως, ποια είμαι εγώ
να ακούω Τσαϊκόφσκι,
να βλέπω Αλμοδοβάρ,
να διαβάζω Τέννεσυ
και να διακοσμώ το σπίτι μου σε ύφος βικτωριανό;

Wannabe liar,
wannabe lover.

Θέλω μα αρνούνται τα όνειρα.
Ποθώ μα εμποδίζει η λογική.
Φταίει μάλλον που λείπει η παρότρυνση.
Φταίει που εκεί που κάποτε έγραφα φιλία
έχει σβηστεί
και τώρα λέει φυλακή.

Παρασκευή 30 Σεπτεμβρίου 2011

All I heard was a shout

Ζούμε σε σπίτια ερείπια
με σωλήνες πιο σάπιους κι απ' τις ψυχές μας,
σοβάδες που πέφτουν
και ντουλάπες που βρωμάνε
και βρωμίζουν τα σεντόνια.
Έτσι το πρωί,
τα  όνειρα σου είναι μαύρα
κι άραχνα,
στην κυριολεξία.
Τα ρούχα γεμίζουν καυσαέριο,
τα μάτια σου αηδία
για το μπροστινό,
για τον πίσω που βρίζει στο τηλέφωνο
και για τον οδηγό
που άνοιξε το παράθυρο για να φτύσει.
Ούτε τρένα με εννιά ευρώ υπάρχουν πια,
ούτε με τα πόδια γίνεται να 'ρθω.
Φύγαμε εμείς
και ήρθε το φθινόπωρο
μαζί με αέρα δυνατό
που παρασύρει τις στάχτες μας
σε κάτι λιβάδια ανέμελης λήθης
κι αδιαφορίας,
ξέρεις,
απ' αυτή που δεν υπήρχε στο νησί.
Τώρα βαρέθηκα τα σχέδια.
Αρκεί που έχω δυο κόλλες χαρτί
και λίγη μουσική ακόμα
στο ψυγείο
-μη μου χαλάσει κι αυτή
και γίνει εναλλακτική.

Στις 13 έρχονται άλλοι στον πύργο σου,
οπότε εγώ περισσεύω.
Έτσι κι άλλως,
ποτέ δεν ήμουνα η σωτηρία σου.
Πάντα έφερνα την καταστροφή σου.

*προκαταβολικά σου εύχομαι χαρούμενα γενέθλια
και καθυστερημένα σου ζητώ συγγνώμη

Δευτέρα 26 Σεπτεμβρίου 2011

:( ΘΕΛΩ ΝΑ ΦΥΓΩ....

Δε σε πειράζει που υποσχέσεις δε ξέρω να κρατώ,
ούτε σε νοιάζει που θυμώνω
γιατί το κάνεις κι εσύ αρά και πού.

Κανείς δε θ' αγαπήσει κανέναν.
Να η υπόσχεση.
Μα ποιος την κράτησε;
Κανείς (μας).

Μια εκδρομή ήταν
και νομίζαμε πως θα μέναμε στην επιφάνεια.
Αφού για βάθος και ουσία δε μιλήσαμε,
λέξεις που ακύρωναν το τώρα
και έκτιζαν μεγάλα αύριο,
πώς καταφέραμε να έρθουμε κοντά;
και πότε;

Μαζί μας,
περνούσαν οι εποχές
'πέφταν τα πρωτοβρόχια
και μύριζαν τα γιασεμιά.
Μεγάλωναν παιδιά
και άλλαζαν σε άνδρες.
Ξανθαίναν τα μαλλιά απ' το ήλιο
και έτσουζαν τα μάτια απ' την αλμύρα τα καλοκαίρια
που καίγονταν η πλάτη και τα πόδια μας
και ξεφλουδίζαμε.

Τα βράδια μου κρατούσες το χέρι
γιατί το σπίτι μας ήταν κρυμμένο στα στενά,
κι εσύ είχες από καιρό μαλώσει με το σκοτάδι
και φοβόσουν το σκούρο μπλε ουρανό
που διαδεχόταν τον όμορφο γαλάζιο πρωινό,
που μέσα του μάθαμε να κοιτάζουμε τον ορίζοντα
και να φανταζόμαστε μέρη πέρα απ' αυτόν.
Μέσα σ' αυτό μάθαμε να κοιτάμε
και να βλέπουμε όχι μονάχα ύλη,
μα ψυχή.
Και η δική σου είναι όμορφη και άσπρη.


Έτσι δε με νοιάζει που δεν κράτησα εκείνη την υπόσχεση.
Ήταν για δειλούς κι εγώ τολμώ.

Μήτε τα πουλιά, που αντί για καρδιά και αρτηρίες με αίμα,
έχουνε γρανάζια και λάδι μηχανών, φοβάμαι.
Απογειώνονται και στο κεφάλι τους
υπάρχει πιλότος κι όχι μυαλό.
Ένα από δαύτα θα με φέρνει κοντά
τώρα που τα λόγια γίνονται κόμποι στο λαρύγγι μου
και δραπετεύουν ως λυγμοί,
ως κλάματα.


Τι κι αν το σπίτι μας δεν έχει ράφια;
Φτάνει που είναι μεγάλο και χωράει εμένα, εσένα και τον ουρανό.

Σάββατο 24 Σεπτεμβρίου 2011

I'd do anything I could do just to be with you

δανεικά θα 'παιρνα του ονείρου τα χείλη
να έρθω να σου πω στ' αυτί
το αύριο πως δε θα 'ρθει
κι έτσι γλυκά να σε κοιμίσω στο σήμερα
μονάχη γνωρίζω ότι αδύνατο σου είναι να προφέρεις
τ' αληθινό
αφού έχεις μια και καλή διαγράψει το παρόν
για να κοιτάς καλύτερα το μέλλον
αγύριστο κεφάλι που θέτεις όρους στη ζωή
για να ξέρεις τι θα ζήσεις και πώς
το πότε είναι προδιαγεγραμμένο κάποτε
γιατί σ' αρέσει να ατενίζεις
κι ας γνωρίζεις πως δε θα αγγίξεις
αρκείσαι να φαντάζεσαι
αφού είσαι ερωτευμένη με τα όνειρα και τις εικόνες
και δε σε νοιάζει η γη
ετούτη εδώ που πάνω της πατώ
όπως όλοι μας
εσύ έχεις μάθει να πετάς κι οι σκέψεις σου είναι σύννεφα
άσπρα
σαν τα μαλλιά μου τα γεροντικά
που χρώμα δε θα πέσει ποτέ επάνω τους
έτσι φιλώ τα δικά σου τα κατάξανθα
από χαρά
που αντί του Μορφέα την αγκαλιά
διάλεξες τη δικιά μου

There's this girl, this girl that I know
She puts the beauty in the beautiful
τι να τα κάνω τ' αστέρια αν ήλιο δεν έχω για να δω το πρωί αφότου σβήσουν;

Παρασκευή 23 Σεπτεμβρίου 2011

Προσωπικό

Επειδή η ζωή μας μοιάζει να φυραίνει
μέρα τη μέρα, δε θα πει πως η ζωή
δεν αξίζει τον κόπο.

Επειδή σ' αγάπησα και σ' αγαπώ ακόμη
κι ας μην είναι όπως παλιά,
δε θα πει πως πέθανε η αγάπη,
κουράστηκε ίσως, σαν καθετί που ανασαίνει.

Επειδή περνάς δύσκολες μέρες
σκυμμένη σε χαρτιά και γκρεμούς
που δεν κλείνουν, κι εγώ πηδάω
τις νύχτες επί κοντώ λαχανιάζοντας,
δε θα πει πως δεν έχουμε
μοίρα στον ήλιο, έχουμε
τη δική μας μοίρα.

Επειδή πότε είσαι άνθρωπος
και πότε πουλί, φέρνεις στο σπίτι μας
ψωμάκια μικρά της αποδημίας
κι ελπίζουνε τα παιδιά μας
σε καλύτερες μέρες.

Επειδή λες όχι και ναι κι ύστερα όχι
και δεν παραιτείσαι, ντρέπομαι
για τα ίσως, τα μπορεί τα δικά μου,
μα δεν αλλάζω, όπως δεν αλλάζεις κι εσύ,
αν αλλάζαμε θα 'μαστε πάλι
δυο άγνωστοι και θ' αρχίζαμε
απ' το άλφα.

Τώρα ξέρουμε πού πονάς
πού σωπαίνω πότε γίνεται παύση,
διακοπή αίματος και κρυώνουν
τα σώματα, ώσπου μυστικό δυναμό
να φορτίσει πάλι τα μέλη
με δύναμη κι έλξη και δέρμα ζεστό.

Επειδή είναι δύσκολο ν' αγαπάς
και δυσκολότερο ν' αγαπάς τον ίδιο άνθρωπο
για καιρό, κάνοντας σχέδια και παιδιά
και καβγάδες, εκδρομές, έρωτα, χρέη
κι αρρώστιες, Χριστούγεννα, Κυριακές
και Δευτέρες, νόστιμα φαγητά
και καμένα, θέλοντας ο καθένας
να 'ναι ο άλλος γεφύρι και δέντρο
και πηγή, κατά τις περιστάσεις
ή και όλα μαζί στην ανάγκη,
δε θα πει πως εγώ δε μπορώ
να γίνω κάτι απ' όλα αυτά ή και όλα μαζί,
κι αν είναι να περάσω
μια ζωή στη σκλαβιά –έτσι κι αλλιώς–
ας είμαι, λέω, σκλάβος της αγάπης.

ΛΙΛΛΙ

φύγε
μπας και αράξουνε τα πλοία στο λιμάνι
και πάψουνε οι ναύτες να φοβούνται το τραγούδι της στεριάς
που βγαίνει απ' τα χείλη σου τ' απομεσήμερο και ξελογιάζει

έλα
μπας και φωτίσει ο ουρανός
κι ανθίσουνε οι μέρες που 'ρχονται με περίσσιο πάθος
για να σε δουν μονάχα κι ας βασιλέψουν ύστερα

μείνε
μπας και στερέψουνε τα μάτια μου
και κουραστούνε οι λυγμοί από μέσα μου να βγαίνουν
σα λυσσασμένοι ισοβίτες
που η απόδραση για αυτούς σημαίνει λύτρωση

πιάσε το χέρι μου
και αν δεν τρέμει ούτε ιδρώνει από το άγχος
να ξέρεις πως κουράστηκα

Σάββατο 17 Σεπτεμβρίου 2011

Cheese Lover's

Πού πάνε τ' αστέρια όταν λείπεις, μου λες;
Φεύγεις και πίσω σου αφήνεις έναν ουρανό γυμνό.
Γιατί;
Και τι συμβαίνει με τα μάτια μου άμα δε σε βλέπω;
Λες κι από μόνα τους ζητάνε πλέον να θολώσουν,
αλλάζουν,
ποτάμια γίνονται και το δάκρυ μου τρεχούμενο νερό που κουβαλά ιστορία.
Ύστερα είναι ο ουρανός.
Γιατί να ξεθωριάζει;
Πήρες μαζί σου το γαλάζιο φαίνεται και χρώμα δεν του άφησες τη μέρα για να ντύσει ευπρεπώς.
Μα όσο αλλάζει ο κόσμος, τόσο αλλάζω κι εγώ.
Και τώρα πια, ψέματα δε μπορώ να πω
και ας το θέλω.
Οπότε με ρωτούν πόσους ανθρώπους συμπαθώ
κι εγώ με πόνο απαντώ μονάχα έναν..

Παρασκευή 16 Σεπτεμβρίου 2011

η κοιλάδα με τις πεταλούδες

τα γράμματα θα ξεθωριάσουν
κι οι φθόγγοι θα χάσουν το δρόμο τους μια μέρα
έτσι εσύ από τη άλλη μεριά της γης
θα καταλήξεις να ακούς «πάγωσα»

Κυριακή 11 Σεπτεμβρίου 2011

whiskey and the rain

να δω το πρόσωπό σου
ευχή
αιώνια παράκληση
ανεκπλήρωτη
να παρασύρει τα πάντα η βροχή
τη θύμιση
τη θλίψη
και τα όνειρα
εγώ δε μπορώ να κάνω και πολλά
τώρα έμεινε το ουίσκυ
ποτέ δεν απογοήτευσε κανένα

Πέμπτη 8 Σεπτεμβρίου 2011

Wait by the car and we'll go


Επειδή το τέλος σημαίνει αρχή για τους άλλους,
δε σημαίνει πως θέλω να πεθάνουμε για να ζήσουμε μαζί.
Εγώ που μόνο πλάι σου υπάρχω
μισή
κλαίω για το τώρα και για τα τσιμέντα που μας χωρίζουν,
για τα διόδια και τις στάσεις, valencia,
που ώρες βάζουν ανάμεσα μας.
Έτσι ζητώ σου να με περιμένεις μια χρονιά
για να σ' ακολουθήσω μια ζωή,
αν το αντέξω.
Ποτάμια γίνανε τα "σ' αγαπώ"
κι ακόμη ζω χωρίς συγκάτοικο.
Όμως ξέρω πως δεξιά μου στο κρεβάτι
είναι η μεριά σου.
Valencia, τη θέση κράτα μου κι εσύ στον καναπέ κι εγώ θα έρθω.
Με του νερού το ρεύμα θα συρθώ
αφού μες το ποτάμι μας σα δάκρυ έχω μάθει να κυλώ.

Σάββατο 27 Αυγούστου 2011

I'm your brother's sworn enemy

αν σ' αγαπήσω άλλη μια φορά απόψε,
μπορεί και να πεθάνω
κι όχι επειδή φταίει το πόδι σου
που με σκουντά
όχι επειδή ζηλεύω εκείνη
που υπάρχει κι είναι μαύρη
όχι επειδή ερχόμαστε και φεύγουμε
τόσο που σταματάμε να βλεπόμαστε
όχι επειδή μυρίζει κόκκινο κρασί
που φέρνει μέθη
όχι επειδή βρισκόμαστε ανάμεσα σε χίλιους
που είναι ξένοι και θολοί
όχι επειδή φοβάμαι
που ξημερώνει το αύριο
μα γιατί παγώνω πανάθεμα με
κι ύστερα σπάω σαν κρύσταλλο

Πήγαινε όσο πιο μακριά μπορείς.
Δε θα 'ρθω.

Παρασκευή 19 Αυγούστου 2011

blah.

It sucks. It sucks. It fucking sucks.
 blah blah blah
Time wasted.
 blah blah blah
Will I see you?
 blah blah blah
Shine for me.
 blah blah blah
Word like gold.
 blah blah blah
Fuck my donkey.
 blah blah blah
I love you till the end.

Τετάρτη 17 Αυγούστου 2011

'cause I love dougie from mcfly

Περπάτα
λίγο ακόμα κι η γη χάνεται
κάτω από το χώμα ανοίγεται το άγνωστο
σαν νέο σώμα ζητώντας εξερεύνηση
Κοίτα
μην τύχει και χάσεις μιαν εικόνα
που ίσως βοηθήσει να τελειώσεις τη διαδρομή
Φυλάξου
από τους πειρασμούς
να μην παραστρατίσεις
το τέλος είναι ο γκρεμός
μη μπερδευτείς και πάλι πίσω σαν αλήτης να γυρίσεις
Κλείσε τα αυτιά σου
να μην ακούσεις το περίτεχνο τραγούδι
κι αλλάξεις μονοπάτι
γιατί να σε μαγέψουν θέλουν τα φρικιά
Πρόσεχε
σε περιμένουνε βροχές
μα μη φοβάσαι
σε περιμένω κι εγώ

Σάββατο 13 Αυγούστου 2011

You're nothing special. You're me.

Της έκανα κάτι απαίσιο.
Τη σκότωσα με τα ίδια μου τα χέρια.
Την έπνιξα με τη μισέρια μου.
Τη δηλητηρίασα με αγάπη.
Της φώναζα να μιλήσει ενώ την έσφιγγα.
Την κρατούσα για να μη φύγει.
Την έβλεπα να κλαίει και δε λύγιζα.
Τη μάτωσα με το αίμα της δικής της καρδιάς.
Τη φίλησα.
Τη λάτρεψα.
Την έχασα.

Τρίτη 9 Αυγούστου 2011

3 words for you

Δυο μέρες λείπεις μονάχα.
Δυο μέρες είναι που έφυγες
και τρεις που έχω να σε δω.
Τρεις  τρύπες ανοίχτηκαν στο στήθος μου,
Δυο μεγάλες, μαύρες που μέσα τους
θαρρείς πως φυλακίζουν το κενό
Kαι άλλη μία
που τώρα αρχίζει να μαυρίζει.
Τρεις σκέψεις βασανίζουν το μυαλό μου.
Δύο γλυκιές και γνώριμες,
εσύ κι εγώ
παρέα να θολώνουμε του νου μου το βυθό
κάνοντας κύματα αντάξια της νιότης μας.
Και άλλη μία,
ο έρωτας
νωπή εικόνα ακόμα
που έρχεται και φεύγει
δίχως καλό μήτε κακό να σέρνει πίσω του.
Τρεις λέξεις δε λένε πια να βγουν απ' το στόμα μου.
Δυο μικρές και τρυφερές,
χιλιοειπωμένες,
στις έχω πει ανά διαστήματα κι εγώ,
σε αγαπώ.
Και άλλη μία,
μια όμορφη
που έμαθα να αγαπώ τρία χρόνια τώρα
-δύο τα σίγουρα κι ένα τούτο δω-
το όνομα σου.

Παρασκευή 5 Αυγούστου 2011

Last call for drinks

χάθηκε η ασχήμια και την ψάχνει η ομορφιά
γιατί χώρια της παραπονιέται πως πονάει
πονάει η καρδιά της λέει και δείχνει το κενό

χάθηκε η ασχήμια και τη γυρεύουνε οι άνθρωποι
γιατί μακριά της δε βρίσκουν νόημα στη ζωή
μπερδεύουν τις αξίες λένε και γίνονται κανίβαλοι

χάθηκε η ασχήμια χθες κι ο κόσμος άλλαξε

Τρίτη 2 Αυγούστου 2011

Αναθέμα στα όνειρα και στις προσδοκίες,
στις λέξεις που σε φέρνουνε κοντά
και σ' εκείνες που σε σβήνουν από το χάρτη της υπάρξεως.
Κατάρα στις αλήθειες και στις αποκαλύψεις,
στις μεγάλες αγάπες που σε γεμίζουνε κενό
κι ένα σε κάνουν με το τίποτα.
Ανάθεμα σε μένα την ίδια
που έμαθα με ιδέες να μιλώ και τώρα χάνομαι
στις παρυφές του πάντοτε
και άθελα μου αγγίζω το ποτέ.

Χαμογελώ στον ξένο απέναντι,
μα ξέρω και ξέρει
ότι πάντα θα είμαι μία γαμημένη ψεύτρα
που απλά δείχνει τα δόντια της για να πλησιάσει.

Μισώ το άσπρο γιατί αντιπροσωπεύει το φως
κι εμένα,
μα εγώ έχω δεθεί με το σκοτάδι.
Κι έτσι οι μπλούζες μου θα 'ναι αιώνια
λεύκες απ' έξω και μαύρες από μέσα
όπως το αύριο
και τα λάθη που γίνονται για το καλό μας.

Πέμπτη 28 Ιουλίου 2011

I'm here with my hands on my heart

Με το χέρι στην καρδιά μου
και όχι στο στήθος σου
σε εκλιπαρώ να σταματήσεις,
να μείνεις εδώ.
Για να σου δείξω πως δε σε εγκλωβίζω,
ούτε μπαίνω στο δρόμο σου.
Απλά κλείνω τα μάτια της καρδιάς μου
να μη σε δει να φεύγεις και σπάσει.
Κλείνω και τ' αυτιά της
να μην ακούσει το κλάμα μου
την ώρα που σπάω κι εγώ
γιατί σε χάνω.

Μπορεί εγώ να είμαι εγωίστρια,
μα η καρδιά μου σ' αγαπά.

Με το χέρι στην καρδιά μου
και όχι στο στήθος σου
σε εκλιπαρώ να σταματήσεις,
να μείνεις εδώ.
Τουλάχιστον μέχρι να αποκοιμηθεί.
Το πρωί θα της πω ένα παραμύθι για να ξεχάσει...

Τρίτη 26 Ιουλίου 2011

You belong to the gang

το μαύρο είναι το χρώμα της ψυχής σου
μα είναι καθαρό
μήτε αμαρτίες μήτε πάθη το αμαύρωσαν
αφού ούτε ψέματα ούτε λάθη εγνώρισε ποτέ
είναι μαύρο γιατί το διάλεξες
και παραδόξως είναι φωτεινό
όπως οι παλάμες των χεριών σου
που ακουμπούν τον ήλιο για να μπορεί κι εκείνος ν' ακτινοβολεί
γεννήθηκες με μαύρη τη ψυχή
και ξάφνιασες τους δήθεν άφθαρτους
που μύριζαν κατάρα
κι εμοιάζαν με βαρέλια γεμισμένα με γινώμενες βρισιές
επέλεξες το μαύρο
γιατί σ' άρεσε το σκοτάδι που μάζευε γύρω του
κι ο τρόμος που προκαλούσε
αφού με χάος έσπερνε τη γη
αγάπησες το μαύρο απ' την αρχή
το ήθελες δικό σου
ήξερες φαίνεται πως δεν είχε όνομα ακόμα
όπως κι εσύ

mama we all go to hell

 *έτσι νιώθω τώρα

γιατί πάντα η περιέργεια θα νικά τη λογική
και το συναίσθημα ακόμα 
τουλάχιστον στις δικές μου παράδοξες μάχες
πάντα το συγγνώμη δε θα 'ναι αρκετό
και ας το ξέρω
δε θα πάψω να το λέω
εφόσον το εννοώ
αφού πρώτα ζητώ συγχώρεση από μένα
κι ας είναι ματαιόδοξος ο λογισμός
από σένα ζητώ μονάχα να γίνεις εγώ
μήπως έτσι βγάλεις νόημα για την τρέλα
μέσ' άπ' την τρέλα

αδύνατο να αλλάξω
αδύνατο κι εσύ να γίνεις εγώ
ώστοσο δε μπορώ να αρθρώσω ένα αντίο
ούτε φέτος

Παρασκευή 22 Ιουλίου 2011

You And Me And All Of The People

Μη θέλει ο καιρός να εμποδίσει την απόβαση
στη γη που ονειρευόσουνα να πάμε
κι αρνείται να φυσήξει ο αέρας ευνοϊκά
μας κυνηγά η φουρτούνα
Λυσσοκοπούνε τα πανιά κι αγριεύεσαι,
το μπλε φοβάσαι γιατί ετούτο μόνο βλέπεις χρόνια τώρα
Το θαλασσί, όπως μ' αρέσει να σου λέω.
Μία το θαλασσί της θάλασσας
και μία το θαλασσί των ματιών μου.
Μα δε βαριέσαι.
Μονάχα τρέμεις.
Γι' αυτό αναζητάς για μια αλλαγή στην απόχρωση
για μια αλλαγή σε μένα
που θ' άλλαζε τον προορισνό μας
Και έτσι θα χανόσουν στ' αλλαγμένο
αφού το διαφορετικό φοβάσαι
κι εκείνο σαν κατάρα πάντοτε θα σε κυνηγά
Για δες
Με τα πολλά, θαρρώ πως πιάσαμε στεριά.
Ώρα μας ήτανε ν' αράξουμε
Δίνω σε τούτο το νησί το όνομά σου
Χάρισμα σου λοιπόν,
κι αυτό κι η άνοιξη
αφού μόνο εσύ γνωρίζεις να τη φέρνεις

Τετάρτη 20 Ιουλίου 2011

It's the art of losing

Προχώρω
το αύριο νικά κι απομακρύνεται
τα μάτια μου πάγωνει η απόσταση
Προχωρώ
μ' ακουμπά ο αέρας και φεύγει μακριά
τα χεριά μου ξυλιάζει η απουσία
Προχωρώ
το έδαφος χάνεται κι εμένα αρνείται
τα πόδια μου κόβει το χάος
Προχωρώ
μα όσο κι αν προσπαθώ
έρχομαι πάντα δεύτερη

Τρίτη 19 Ιουλίου 2011

κάηκα!

Τους βαρέθηκα όλους.
Μιλούν για αποχωρισμούς με αυθάδεια
κι ο ήχος της φωνής τους πλημμυρίζει ζωντάνεια
καθώς λένε "θα μου λείψει"
Τολμούν να πουν λίγο και πολύ
"αυτός θα μου λείψει περισσότερο απ' όλους"
Αηδίες.
Χαμογελούν με συμπάθεια
και με ψέμα αμαυρώνουν λέξεις
που εγώ ακόμα δεν τολμώ να αρθρώσω
μην τύχει και με κάνουνε σημαντική
όπως εκείνες
"Θα μου λείψει"
Απογοητεύομαι στη σκέψη πως γεννιούνται ακόμη ψεύτες
Εγώ δε είπα ποτέ πως θα μου λείψεις
ούτε πως χωρίς εσένα δε ζω
Πάντοτε με προλαβαίνει η αλήθεια
η αλήθεια που προτρέχει της λογικής και της ευπρέπειας
Έτσι καταλήγω να φωνάζω στο κενό της ψυχής μου
εγώ μακριά σου θα πεθάνω

Σάββατο 2 Ιουλίου 2011

καινούρια αρχή

έλα κι όλα θα αλλάξουν
μονάχα έλα


Τελικά νομίζω ανακάλυψα
ότι μισώ τους πάντες
εκτός από κείνη
καμιά φορά.
Γιατί έχει όμορφα γαλάζια μάτια
και τη μεγάλωσα με αξίες και ιδανικά
και την αγάπησα εν αγνοία μου
όπως αργότερα μου έμαθε μία περαστική Οπτασία 
Κόρη τη φώναζα
και άκουγε στο όνομα που είχε λατρέψει
πολύ πριν ακούσει.
Την αγαπώ γιατί με κάνει να ζω.
Την αγαπώ γιατί μου δίνει ζωή,
όπως το μπλε στον ωκεανό.

Τρίτη 21 Ιουνίου 2011

. . . . what can I do to be with you . . . .

Κοιτώντας πίσω βλέπω το χθες σαν να 'ταν σήμερα
και τις φωτογραφίες σαν εικόνες που πριν λίγο πάρθηκαν
σε ένα στενό ερειπωμένο
που εσύ κι εγώ του δίνουμε ζωή
καθώς η ανάσα μας γεμίζει το κενό του
Αισθάνομαι την αφή
που ανέκαθεν γνώριζα
λες κι ήσουνα δικός μου σύντροφος σ' άλλη ζωή
Κι έπειτα είναι η φωνή
εκείνη που με παρασύρει και με παροτρύνει
δίνοντας μου αφορμή για όνειρα

Θα 'ρθω θα δεις
Εσύ μου έμαθες να κυνηγώ και τώρα πίσω δε μένω
ποτέ



*Σου χρωστάω πολλά η αλήθεια είναι
  σου χρωστάω εμένα

Κυριακή 19 Ιουνίου 2011

Γύρνα πίσω.

Πάλι έφυγες
σε πήρε το πλήθος μακριά μου
κι οι υποχρεώσεις
όπως συνηθίζεις να μου λες
παραμύθια
Βρίσκεις όμως τρόπους να συναντάς το βλέμμα μου
από συνήθεια ίσως
και δε χάνεις τη ζεστασιά σου
ποτέ
γιατί ξέρεις πως τότε θα χαθούμε κι εμείς

εμείς
δεν είναι όμορφη λέξη αλήθεια;
Θαρρώ πως μου την έμαθες εσύ
Άγγιξα τα χείλη σου μια νύχτα
κι εσύ συλλάβισες αργά
αργά για να καταλάβω
Μας πήρε ώρες αλλά τελικά έμαθα
Την επομένη
το ξημέρωμα
ήρθα και πρόφερα στ' αυτί σου
" ουρανός "
κι υστέρα σου έδειξα το απέραντο γαλάζιο
Θυμάσαι τι μου είπες;
" Είναι δικός μας. "


*Σ' αγαπώ μέχρι τον ουρανό και πάλι πίσω

Πέμπτη 16 Ιουνίου 2011

"Θέλω να λάμπω..να λάμπω περισσότερο απ' όλους.."

Έτσι φωνάζεις συνεχώς

Κυριακή 29 Μαΐου 2011

Ποιος έφερε την άνοιξη εφέτος
 κι αντί για λούλουδα
 ανθίζουνε οι πόνοι κι οι κραυγές
Ποιος καλωσόρισε το Μάρτη
 και τώρα Μάη
 δε λεν' να σταματήσουν οι βροχές
Ποιος τα πουλιά εκάλεσε
 κι αυτά κελαηδούν πικρά
 γυρίζοντας στο νότο πάλι
Ποιος πρώτος τον έρωτα εμύρισε
 κι ίχνος δεν έμεινε από μυρωδιά
 για να γευτούν κι οι άλλοι
Ποιος πρόλαβε χαρά να αντικρίσει
 πριν φύγει
 κι εξαφανιστεί
Ποιος είν΄ ο φταίχτης
 που ο ανοιξιάτικος ήλιος
 ποτέ, ποτέ του δε θα ξαναβγεί

Πέμπτη 5 Μαΐου 2011

Περνώ τις γειτονιές μάσκα φορώντας
και οι περαστικοί περίεργα κοιτώντας
φωνάζουνε "Χρυσάνθη"
Γυρνώ και τους κοιτώ εκνευρισμένη
αχ πόσο λάθος μπορεί να 'ναι οι καημένοι
για να μπερδεύουνε τον έρωτα με μένα
Κι αφού καλά με αντικρίσουν
λεν συγγνώμη
μα κάτι υπήρχε στη φωνή σου
κι έπειτα φεύγουνε μακριά μου
όμως εγώ άχνα δεν έβγαλα, μήτε ακούστηκ' η  μιλιά μου
Και συνεχίζω να βαδίζω ακόμα πιο αφοσιωμένα
ενώ τα μάτια των τριγύρω νιώθω επάνω στο κορμί μου καρφωμένα
Ένα παιδί στέκει μπροστά
στέκει κι ευθύς με σταματά
τα χέρια του ανοίγει λες και γυρεύει μια αγκαλιά
στ' αυτί μου γέρνει καθώς μου ψιθυρίζει στα κλεφτά
"Εσύ είσ' εκείνη από τότε
κι ας μην το ξέρεις
αρκεί που την εικόνα της καρδιάς της 
στο νου σου κάθε βράδυ δε λησμονείς να φέρεις.."

Σάββατο 30 Απριλίου 2011

Ένα αστέρι με κοίταζε επίμονα μια νύχτα,
καθώς στην άμμο έψαχνα τα χνάρια μιας αλλοτινής αγάπης
Με κοίταζε γλυκά και απορούσε
ποιο να είναι το νόημα τούτης της παράλογης μου πράξης.
Και σαν να μάντεψα τη σκέψη του,
φώναξα τ' όνομα σου.
Δεν είναι όνειρο, του είπα,
μήτε νεφέλη,
μήτε ίσκιος.
Είναι το ουράνιο μου ταίρι
κι όσο κι αν ψάχνω δεν το βρίσκω.
Μα έχω αναμνήσεις απ' αυτή
και την αιθέρια μορφή της.
Και κάθε βράδυ ξαγρυπνώ,
μήπως ακούσω πάλι της φωνής της το νανούρισμα
και αποκοιμηθώ.

Τετάρτη 27 Απριλίου 2011

Κ.Κ.

Είδωλα -σιωπηλοί συνεχιστές ξεχασμένων εποχών
που μάταια πασχίζουν ν' αναζωπυρώσουν
μια φλόγα για πάντα σβησμένη
αφού νερό εχύθη πάνω της
νερό που 'φέραν οι επόμενοι μαζί τους
Κι έτσι εκούσια διαδέχτηκαν το θρόνο
και στέφθηκαν οδηγητές μιας καινούριας
ολοκαίνουριας αυγής
Μ' εικόνες και με ήχους
πλημμύριζαν τα στενά και τις πλατείες
και τ' άρωμα τους έθαβε εκείνο των προγόνων
κάλυπτε ισχυρά μα δεν αφάνιζε
Έκρουαν τους κώδωνες με τρόπο αλλιώτικο
μα ο παλιός δεν είχε χαθεί
απλά η λησμονιά τον είχε τώρα συντροφιά
Κι έτσι περάσαν οι μέρες τους
η ώρα για μια νέα αυγή έφτασε πάλι
πάλι νερό στη φλόγα την πρωθύστερη  εχύθηκε
οι νέοι έγιναν παλιοί
κι άλλοι βασίλευαν μες στο παλάτι
Καινούριες μελωδίες και χρώματα
καινούρια πρόσωπα και λέξεις
Όμως οι αναμνήσεις στοιβάζονται αιώνες
και οι γενιές που πέρασαν δεν έσβησαν
Θυμούνται πότε πότε τις ένδοξες στιγμές
και σπεύδουν να τις φέρουν πίσω
μα σταματούν διότι ξέρουν
Κι έτσι μαθαίνουν μαζί να ζουν
αρμονικά στο ίδιο σπίτι
που το κατώφλι του σαν αντικρίσεις
θα δεις στην άσφαλτο να γράφει
"ΠΑΡΕΛΘΟΝ"

Κυριακή 17 Απριλίου 2011

Όταν τα 'ε' διαβάζονται έψιλον

    ε όπως ελευθερία
κι ε όπως έλλειψη μα κι ευφορία·

    ε όπως έμεινα
κι ε όπως έφυγες·

    ε όπως έπρεπε να γίνει
      όπως έτυχε να γίνει
      όπως έγινε·

    ε όπως έλα
κι ε όπως έρχομαι·

    ε όπως έρωτας
      όπως εσύ
      όπως εγώ
      όπως εμείς·

   ε όπως ερωτεύομαι εσένα
κι ε όπως εσένα αγαπώ.

Κυριακή 3 Απριλίου 2011

πάνικ αν μπλαντ αν πιπλ αράουντ

Ο ταξιδιώτης του ονείρου δε γνωρίζει φόβο
 τρέχει απ' τα βουνά στα δάση
 και μόνο θάρρος του απομένει για να πιει
 σταγόνες θάρρους απ' το κόκκινο φλασκί.
Διασχίζει τις κοιλάδες του μύθου
 και ξαποστάζει στη σκιά του δένδρου του μεγάλου
 που οι καρποί του βγαίνουν
 μονάχα την εποχή του αυλού
 κείνου του αυλού του μαγικού
Πλάι του περνούν θαρρείς μιλιούνια' νεαρές κοπέλες
 κρατούν στα χέρια τους λούλουδα και κορδέλες
 με κίτρινο γεμίζουνε τις μέρες
 μάλλον θα είναι οι Νεφέλες
Κι εκείνος συνεχίζει το ταξίδι
Προορισμός του η Ουτοπία
 εκεί που ζει και βασιλεύει η Φαντασία
 με μια κορώνα στα μαλλιά και άλλη μία
 στο συρτάρι που 'χε μείνει απ' τα παλιά
Πιστή σύντροφος του Μορφέα
 που δώρα έκανε σε μας τα όνειρα
 σαν παραμύθια μιλούν για πρίγκιπες με σκέψη φευγαλέα
 κι αρχοντικά που 'χαν τη θάλασσα για θέα
Κάτι είχε ακούσει μια φορά σε μια ταβέρνα
 για μία κόρη που είχε χρυσαφένια τα μαλλιά
 και μάτια οσάν του ουρανού βαθιά και γλαύκα
 πριγκίπισσα στο κάστρο που φώτιζαν ολημερνίς τα άστρα
Σκεφτόταν όλα ετούτα και συνέχιζε
Περνούσε τα ποτάμια και τις γέφυρες του αέρα με πυγμή
 έπαιζε αρπίσματα και τραγουδούσε με όμοια αοιδού φωνή
 συνόδευε στο κελάηδισμα το μωβ αηδόνι
 που μίλαγε τα λόγια των Σοφών ακόμη
Και θα συνέχιζε για χρόνια ακόμη
Και κάθε τόσο τον πειράζαν οι Μορφές
 ερχότανε στο δρόμο του και ψιθυρίζαν ιστορίες
 για μάχες απ' τα χρόνια των Σπαθιών και των Ασπίδων
 για μάχες που κρατήσανε αιώνια και για γενιές
 χαμένες άδοξα σ' αυτές
Ακόμα και τώρα λέει παλεύουν δίπλα μας οι στρατιές
 μα μεις είναι αδύνατο να δούμε τους νεκρούς και τις πληγές
 μόνο το ήχο από τα ξίφη ακούμε κάποιες μέρες
 εκείνες που τα ξωτικά θυμούνται τις Κραυγές και τις Φοβέρες
Κι έτσι έφτασε η μέρα....

Σάββατο 19 Μαρτίου 2011

Μην κλαις

Βάδιζα νύχτα
 ανάμεσα σε πέτρες και κοχύλια
Τα κύματα συντρόφευαν τη σκέψη μου
 και το κορμί μου οι ελιγμοί του αέρα
Από παντού ανάβλυζε το άρωμα της άλμης,
 η άμμος σκορπιζότανε τριγύρω
 χρυσή σκόνη
Μέσα στο μπλε
 ατροφούσαν τ' άλλα χρώματα
Εγώ παρέα με τ' όνειρο
 μοχθούσα για να πιω
 κάθε σταγόνα-εικόνα
 απ' το όμορφο ακρογυάλι
Κανείς να ανταγωνιστώ
Μονάχη ερωτευόμουνα
 το χάρτινο ουρανό
Κι αυτή τη θάλασσα
 που μυστικά μου μαρτυρούσε
 του κόσμου ολόκληρου
Για ναυτικούς μ' ηλιοκαμένα πρόσωπα
 για εραστές με μέγα πάθος
 για σένα που περνάς παραμιλώντας
 τα λόγια των τρελών....

Κυριακή 6 Φεβρουαρίου 2011

:D!

Ονειρεψου


:D


:D!


KAI ZHSE!TAUTOXRONA!

Παρασκευή 4 Φεβρουαρίου 2011

Με μισώ!                                                                                                  -Σε μισώ-
Γιατί κάθε μέρα με κάνεις και σ' αγαπώ ακόμα περισσότερο χωρίς να το καταλαβαίνεις
 και μετά φεύγεις,
 κι έρχεσαι μονάχα όταν σου λείπω
 (δηλαδή σπάνια)
Με ρωτάς αν είμαι καλά,
 αφού φαίνεται σε ξενίζει αυτή η απομάκρυνση μου
Συνήθισες να βρίσκομαι πάντα πίσω σου.
 όχι μακριά σου,
 αλλά ούτε δίπλα σου.
Γι' αυτό σε μισώ!
Που έρχεσαι και μου κρατάς το χέρι και πάλι τ' αφήνεις μόλις σε κοιτάξω στα μάτια.
Θεωρείς πως όλα είναι καλά τότε.
Όμως εγώ ζητώ να δω ξανά εκείνο το χαμόγελο που χαϊδεύει ζεστά τη σκέψη μου και διώχνει κάθε φόβο.
Αυτό που είναι το μόνο που έμαθα ν' αναγνωρίζω πάνω σου
Γιατί αρνείσαι;
Τώρα που με βλέπεις να πεθαίνω γιατί δε με σώζεις;
Γιατί αρκείσαι απλά να σιγουρεύεσαι ότι θα ζήσω ακόμη λίγο;
Ίσως έτσι σ' αρέσει.
Ούτως ή άλλως εγώ σε χρειάζομαι κι όχι εσύ εμένα, δεν είναι;
Θα σε ξεχάσω λοιπόν.
Μονάχα αυτό μου μένει.
Μόνο έτσι θα σταματήσω να πονάω.
Για πάντα.
Έτσι μόνο θα πεθάνω.
Σίγουρα.
(Αφού ξέρω αυτό είναι που θες στ' αλήθεια)

Δευτέρα 17 Ιανουαρίου 2011

Πιο πολύ απ' όσο μπορώ να σου πω κι ακόμα περισσότερο απ' όσο μπορώ να σου δείξω

Ήρθες και μ' αγκάλιασες
 και σήμερα
 όπως κάθε μέρα
Με κρατούσες σφιχτά
 και καθοδηγούσες το βήμα μου
 σ' ένα ολόδικο σου χορό
 εκεί στη μέση της πλατείας
 εγώ κι εσύ
Σταματούσες κάθε λίγο
 και μου έδινες ένα φιλί
Μου έλεγες πάμε πάλι
 απ' την αρχή

Μ' αρέσει που ποτέ δεν κουράζεσαι
 κι ούτε σήμερα κουράστηκες
Μου έπιανες το χέρι
 και κοιτούσες τα μάτια μου
 συνέχεια
Ήξερες πως έτσι
 με ωθούσες να μη σταματήσω
 να προσπαθώ
Κι εκείνοι συνέχιζαν να μας βλέπουν
 μα εσένα δε σ' ένοιαζε
Για σένα υπήρχα μόνο εγώ
 εγώ κι εσύ
 κι ο ουρανός
 ο ουρανός μας

Ξέρω ότι δε μπορώ να σου κρυφτώ
Με κοιτάς και γνωρίζεις
 τι σκέφτομαι, τι νιώθω
Κι ύστερα χαμογελάς και λες
 εγώ κι εσύ
 εμείς...

Δευτέρα 10 Ιανουαρίου 2011

Τα 3Σ

Θυμάσαι εκείνη τη μέρα;
Με ρώτησες αν αυτό σημαίνει τέλος
κι ήταν η ίδια που αποφάσισα να μην ξαναγράψω.
Κατάφερα και σε ηρέμησα.
Όμως ποτέ δε σου είπα την αλήθεια..
Αυτό είναι μονάχα η αρχή.

Παρασκευή 7 Ιανουαρίου 2011

Χι

     
                Καθόμουν και ζωγράφιζα αυτό το γαλήνιο τοπίο.
                Νόμιζα πως ήμουν μόνος στην ακτή αλλά γελάστηκα.
                Κάποια στιγμή είδα να βγαίνει μεσ' απ' τα κύματα η Οπτασία.
                Τόσο νωχελικά που έλεγες  ο χρόνος άρχισε να κυλά πιο αργά αφότου φάνηκε.
                Άξαφνα συνειδητοποίησα πως ερχόταν προς το μέρος μου.
                Μα τι να γύρευε ένα πλάσμα σαν εκείνη από ένα θνητό;
                Σάμπως υπήρχε τίποτε που μπορούσα να της προσφέρω;
                Με κοίταζε στα μάτια σαν να ήξερε,
                κι όσο πλησίαζε η καρδιά μου χτυπούσε όλο και πιο δυνατά.
                Έφτασε στο μέρος που βρισκόμουν.
                Μου έπιασε το χέρι κι αμέσως σηκώθηκα.
                 -θες από φόβο, θες από δέος-
                Συνέχιζε να με κοιτά επίμονα
                Λες και τα μάτια μου είχαν κάτι που μπορούσε να διαβάσει.
                Έβαλε και τ' άλλο της χέρι πάνω απ' τ δικό μου,
                σαν να ήθελε να σιγουρευτεί πως δε θα φύγω.
                Και τότε είδα τη λάμψη.
                Ένα κίτρινο φως βγηκ' απ' τα χέρια της και μπήκε στο δικό μου.
                Είχε ένα σχήμα, κάτι περίεργο, ένα σύμβολο μαγείας μάλλον.
                Όμως εγώ, ο μικρός, έβλεπα μονάχα ένα γράμμα.
                Μου έμοιαζε σαν ένα κίτρινο, φωτεινό, μεγαλειώδες χι.
                Με ξανακοίταξε καθώς άφηνε τα χέρια της να γλιστρήσουν μακριά απ' το δικό μου.
                Χωρίς να κινηθούν τα χείλη της, άκουσα τη φωνή της.
                Κι ένα γλυκό τραγούδι ήρθε στ' αυτιά μου που έλεγε:
                " Σε ξέρω και ξέρω.. "
                Κι ύστερα έφυγε.
                Μα εγώ είχα για πάντα το σημάδι της.
                Μα πώς με ήξερε και πώς ήξερε;
                Πως κάθε μέρα ήμουν εγώ που πήγαινα εκεί και περίμενα.
                Πως χρόνια τώρα είχα ερωτευθεί την Οπτασία.