Τι σε φοβίζει σε μένα;
που τόσο σ' αγαπώ
ύστερα από εκείνη τη μέρα στο πάρκο με τις ρόδες που πετούν˙
που έκλαιγα, που χαμογελούσες,
που ήμασταν δεκάξι ακόμα.
Τι φοβάσαι σε μένα;
που έμαθα χώρια σου να ζω από ανάγκη˙
και να μισώ εκείνους που φορούν γυαλιά,
εκείνους που γελάνε δυνατά,
αυτούς που χαιρετούν βαριεστημένα,
γιατί επιμένουν να μου θυμίζουν κάτι που αδυνατώ να θυμηθώ.
που τόσο σ' αγαπώ
ύστερα από εκείνη τη μέρα στο πάρκο με τις ρόδες που πετούν˙
που έκλαιγα, που χαμογελούσες,
που ήμασταν δεκάξι ακόμα.
Τι φοβάσαι σε μένα;
που έμαθα χώρια σου να ζω από ανάγκη˙
και να μισώ εκείνους που φορούν γυαλιά,
εκείνους που γελάνε δυνατά,
αυτούς που χαιρετούν βαριεστημένα,
γιατί επιμένουν να μου θυμίζουν κάτι που αδυνατώ να θυμηθώ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου